Βρεφικό έκζεμα – Ατοπική δερματίτιδα
Ο όρος έκζεμα και δερματίτιδα είναι συνώνυμοι και αναφέρονται σε φλεγμονή του δέρματος που στην οξεία φάση χαρακτηρίζεται από ερυθρότητα, οίδημα, ερύθημα, φυσαλίδες. Συνοδεύεται από έντονο κνησμό. Κατά την εξέλιξη της νόσου παρατηρείται ορόρροια (βγαίνει υγρό από τις βλάβες), σχηματισμός εφελκίδων και λεπιών.
Στα βρέφη και στα παιδιά είναι πολύ συχνή η ατοπική δερματίτιδα (βρεφικό έκζεμα, ατοπική δερματίτιδα παιδικής ηλικίας), η δερματίτιδα εκ σπαργάνων και η αλλεργική εξ επαφής δερματίτιδα. Είναι μία χρόνια κνησμώδης δερματοπάθεια. Είναι πολύ συχνή στα παιδιά και συχνά επηρεάζει την ποιότητα ζωής αυτών, αλλά και των οικογενειών τους. Η πορεία της διαλάθει με εξάρσεις και υφέσεις. Συσχετίζεται και με τα άλλα ατοπικά νοσήματα και συνήθως αποτελεί την πρώτη έκφραση της ¨ατοπικής πορείας¨.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται σε περιπτώσεις που υπάρχουν στις βλάβες κρούστες ή φυσαλίδες. Αυτά αποτελούν σήματα κινδύνου για επιπλοκές, όπως επιμόλυνση από βακτήρια ή ιούς ( π.χ. έρπητα). Πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα από αλλεργιολόγο γιατί η έκβασή τους μπορεί να είναι επικίνδυνη.
Βρεφικό έκζεμα
Αρχίζει συνήθως σε ηλικία 2-4 μηνών. Εντοπίζεται κυρίως στα: μέτωπο, παρειές, πηγούνι, μάγουλα και γενικά στις κυρτές επιφάνειες. Στην ηλικία αυτή υπάρχει επίσης συχνά δερματίτιδα και στο τριχωτό της κεφαλής.
Χαρακτηρίζεται από ερύθημα, φυσαλίδες, ραγάδες, λέπια και έντονο βασανιστικό κνησμό. Μπορεί να εξαπλωθεί και σε όλο το σώμα. Χαρακτηριστική στα βρέφη αυτά είναι η ξηρότητα του δέρματος χωρίς ιδιαίτερη ερυθρότητα και με έντονο κνησμό. Μεγαλώνοντας λίγο εμφανίζονται βλάβες και στις εκτατικές επιφάνειες των άκρων και τον κορμό.
Ατοπική δερματίτιδα παιδικής ηλικίας
Εάν η νόσος συνεχισθεί μετά το 4-5ο έτος ή εμφανιστεί για πρώτη φορά τότε η κλινική εικόνα είναι διαφορετική. Έχουμε εξάνθημα με πλάκες ορορροούσες σε καμπτικές επιφάνεις αγκώνων και γονάτων, καρπών και πιο σπάνια στο πρόσωπο. Ο κνησμός συνεχής ή περιοδικός είναι έντονος. Συνήθως η νόσος υποχωρεί 11-12ο έτος ζωής.
Θεραπεία
Χρειάζεται καλή ενημέρωση γονέων σχετικά με την φύση της νόσου και την πορεία της καθώς και για τους παράγοντες που την προκαλούν ή την επιδεινώνουν (απορρυπαντικά, μαλακτικά, σαπούνια, συνθετικά ρούχα). Κυρίως αντιμετωπίζουμε την ξηρότητα του δέρματος και του κνησμού με υγρά επιθέματα, αμυλούχα λουτρά και εφαρμογή αλοιφών ή κρεμών. Συχνά χορηγούνται και αντιισταμινικά από το στόμα.
Η υπεριώδης ακτινοβολία, ο ήλιος ή η PUVA βοηθούν σημαντικά.
Χρειάζεται σαφώς παιδιατρική και δερματολογική καθοδήγηση.
Άρθρο του Γεωργίου – Ζαχαρία Ζαντόπουλου
Παιδίατρος – Διδάκτωρ Παν.Αθηνών