AIDS..από κούνια…..Μία θλιβερή πραγματικότητα
Εισαγωγή
Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα του Aids θα κάνουμε μία σύντομη αναφορά στο παιδικό Aids και στον τρόπο μετάδοσης του. Ο ιός και η νόσος αναφέρονται συχνά μαζί ως HIV/AIDS. Το AIDS αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών το 1981 και η αιτία του, ο HIV, αναγνωρίστηκε στις αρχές τις δεκαετίας του 1980.
Το 2010 περίπου 34 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν HIV λοίμωξη παγκοσμίως. Από αυτούς περίπου 16,8 εκατομμύρια είναι γυναίκες και 3,4 εκατομμύρια είναι κάτω από 15 ετών. Το αποτέλεσμα είναι περίπου 1,8 εκατομμύρια θάνατοι από AIDS το 2010, χαμηλότερα σε σχέση με τα 3,1 εκατομμύρια θανάτους του 2001. Από το 1981, που το AIDS αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά, έως το 2009 προκάλεσε σχεδόν 30 εκατομμύρια θανάτους.
Ορισμός – Αιτιοπαθογένεια
AIDS είναι τα αρχικά των λέξεων Acquired Immunodeficiency Syndrome (Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας). Είναι το τελικό στάδιο μιας λοίμωξης που προκαλείται από έναν ιό, τον ιό HIV Η λοίμωξη με τον Ιό Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας (Human Immunodeficiency Virus Infection) και το Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας (AIDS) είναι μια νόσος του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος που προκαλείται από τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV).
Ο οργανισμός του ανθρώπου διαθέτει μια τεράστια ποικιλία αμυντικών όπλων απέναντι στα χιλιάδες μικρόβια και τους μικροοργανισμούς που υπάρχουν στο περιβάλλον. Την άμυνα αυτή την έχει αναλάβει το ανοσοποιητικό σύστημα. Το σύστημα αυτό αποτελείται από διάφορες ομάδες κυττάρων και κυρίως από λεμφοκύτταρα. Το κυριότερο από τα κύτταρα αυτά, ο “αρχηγός” θα λέγαμε της “αμυντικής ομάδας” του οργανισμού, είναι το Τ4 λεμφοκύτταρο. Ο ιός HIV προσκολλάται στο δέκτη CD4 που βρίσκεται στα Τ-λεμφοκύτταρα καθώς και στα μακροφάγα.Η νόσος παρεμβαίνει στο ανοσοποιητικό σύστημα και παρεμποδίζει τη λειτουργία των Τ4 λεμφοκύτταρων , κάνοντας τα άτομα με AIDS περισσότερο πιθανά να αποκτήσουν λοιμώξεις, όπως ευκαιριακές λοιμώξεις και όγκους που συνήθως δεν προσβάλουν τα άτομα με λειτουργικά ανοσοποιητικά συστήματα. Αυτή η ευπάθεια χειροτερεύει με την εξέλιξη της νόσου.
ΤΡΟΠΟΙ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ
Ο HIV μεταδίδεται μέσω τριών κυρίων οδών:
1)Τη σεξουαλική επαφή όπως με το πρωκτικό, κολπικό ή στοματικό σεξ, (π.χ. χωρίς προφύλαξη).
2)Την έκθεση σε μολυσμένα σωματικά υγρά, ιστούς, σύριγγες και μετάγγιση. Ορισμένα σωματικά υγρά όπως το σάλιο, τα δάκρυα, τα ούρα και ο ιδρώτας δεν μεταδίδουν τον HIV εκτός εάν περιέχουν μικροποσότητες αίματος.
3)Από τη μητέρα στο παιδί (γνωστή ως κάθετη μετάδοση) κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, του τοκετού και του θηλασμού. Είναι δυνατή επίσης η μόλυνση με περισσότερα του ενός στελέχη του HIV, κάτι που είναι γνωστό ως HIV υπερλοίμωξη
Ο HIV μπορεί επίσης να μεταδοθεί από τη μητέρα στο βρέφος κατά τον τοκετό και τον θηλασμό, αλλά όχι κατά την κύηση. Γι’ αυτό οι οροθετικές μητέρες υποβάλλονται σε καισαρική τομή και αποθαρρύνονται να γαλουχήσουν τα παιδιά τους. Η χρήση αντιρετροϊικών φαρμάκων κατά την κύηση ή λίγο πριν τον τοκετό μειώνουν αισθητά την κάθετη μετάδοση, όπως αποκαλείται η μετάδοση του HIV από τη μητέρα στο βρέφος.Είναι ο τρίτος πιο κοινός τρόπος μετάδοσης παγκοσμίως.
Όταν η μητέρα δεν λαμβάνει αγωγή ο κίνδυνος μετάδοσης στην περιγεννητική περίοδο (λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της γέννησης) είναι γύρω στο 20% και για τα νεογνά που θηλάζουν στο 35%.Το 2008 η κάθετη μετάδοση αποτέλεσε την οδό μόλυνσης στο 90% των παιδιών που μολύνθηκαν. Με την κατάλληλη αγωγή ο κίνδυνος μόλυνσης από τη μητέρα στο παιδί μπορεί να μειωθεί στο περίπου 1%.
Για να γίνει αυτό, χρειάζεται η μητέρα να παίρνει αντιρετροϊκά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού, να γίνει προαιρετικά καισαρική τομή και να μη γίνει θηλασμός, καθώς επίσης και η λήψη αντιρετροϊκών από το βρέφος μετά τη γέννηση. Παρ’όλα αυτά πολλά από αυτά τα μέτρα δεν είναι διαθέσιμα στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Αν αίμα μολύνει το φαγητό στην προμάσηση (πρακτική που κάνουν κάποιες μητέρες ή συγγενείς για δώσουν προμασημένο φαγητό στο παιδί την περίοδο του απογαλακτισμού του), αυτό μπορεί να αποτελεί έναν κίνδυνο μετάδοσης.
’Από το 1994 και μετά, οι δυνατότητες πρόληψης από τον ιό HIV μείωσαν τον κίνδυνο της κάθετης μετάδοσης (δηλαδή από οροθετική μητέρα στο μωρό κατά την κύηση ή τον τοκετό) από το 23% στο 8%. Και με τις συνεχώς εξελιγμένες μεθόδους αντιμετώπισης, το ποσοστό έχει πέσει σήμερα στο 1%.
Παρόλα αυτά, έχουμε παρατηρήσει τον τελευταίο χρόνο ότι αυξάνεται ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται με τον ιό από μητέρες χρήστριες ναρκωτικών ουσιών. Η πολυπλοκότητα του προβλήματος σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μεγάλη αφού η μητέρα δε μπορεί ούτε στοιχειωδώς να φροντίσει το παιδί της.
Αυτό πρακτικά γίνεται με έγκαιρη διάγνωση μέσω των ουρογεννητικών ελέγχων που κάνουν οι γυναίκες πριν κυοφορήσουν. Στους ελέγχους πρέπει να συμπεριληφθεί και ο έλεγχος για το AIDS και αυτό γιατί κατά τη διάρκεια της κύησης, ο ιός δε μπορεί να ανιχνευθεί από τις υφιστάμενες απεικονιστικές μεθόδους, όπως το υπερηχογράφημα. Ο ιός δεν κάνει τερατογένεση ή κάποιου είδους δυσμορφία για να φανεί.
Όταν έχουμε περιπτώσεις που γνωρίζουμε ότι η μάνα που κυοφορεί είναι φορέας του ιού, ακολουθούμε την εξής διαδικασία: Μετά τη γέννηση του μωρού, γίνεται μια προληπτική θεραπεία 6 εβδομάδων στο μωρό. Αν το έμβρυο έχει μολυνθεί, του χορηγούνται φάρμακα σαν των ενηλίκων. Αν δεν έχει μολυνθεί, τότε σταματάμε την αγωγή’’.
Φορέας
Είναι το άτομο που έχει μολυνθεί με τον ιό, αλλά δεν έχει νοσήσει ακόμα (δηλ. δεν έχει παρουσιάσει κανένα σύμπτωμα). Λέγεται και HIV (+) άτομο ή οροθετικός για HIV. Το άτομο αυτό μεταδίδει τον ιό στους άλλους μέσω του σεξ, αίματος ή με τον τοκετό (περιγεννητική μετάδοση). Αν και ένα μικρό ποσοστό φορέων του HIV (1:500) δεν αναπτύσσουν AIDS, όλοι οι φορείς του HIV μπορούν να μεταδώσουν τον ιό.
Ο μέσος χρόνος από της προσβολής από τον ιό και της εμφάνισης του AIDS είναι περίπου 10 χρόνια.
Κύρια συμπτώματα της οξείας HIV λοίμωξης
Λόγω της μη ειδικής φύσεως αυτών των συμπτωμάτων, συχνά δεν αναγνωρίζονται ως σημάδια μιας HIV λοίμωξης.
Η αρχική περίοδος μετά τη μόλυνση με HIV ονομάζεται οξεία HIV λοίμωξη ή πρώιμη HIV λοίμωξη ή οξύ ρετροϊκό σύνδρομο. Πολλά άτομα αναπτύσσουν ένα σύνδρομο παρόμοιο με γρίπη ή με λοιμώδη μονοπυρήνωση 2-4 εβδομάδες μετά την έκθεσή τους στον ιό, ενώ άλλα άτομα δεν έχουν κάποια αξιοσημείωτα συμπτώματα. Πάντως στο 40-90% των περιπτώσεων παρουσιάζονται συμπτώματα που συνηθέστατα περιλαμβάνουν: πυρετό, διογκωμένους και ευαίσθητους (με πόνο) λεμφαδένες, φλεγμονή στο λαιμό (φαρυγγίτιδα, οισοφαγίτιδα), εξάνθημα στο δέρμα, πονοκέφαλο και έλκη (πληγές) στο στόμα και τα γεννητικά όργανα. Δεν σημαίνει βέβαια ότι όποιος παρουσιάσει συμπτώματα θα παρουσιάσει όλα αυτά μαζί. Μπορεί να έχει μόνο ένα από αυτά ή κάποια από αυτά. Οι πιο κοινές αρχικές καταστάσεις που σημαίνουν συναγερμό για την εμφάνιση AIDS είναι η πνευμονία από πνευμονοκύστη (PCP) σε ποσοστό 40%, το σύνδρομο απίσχνασης (αδυνατίσματος) από HIV και η οισοφαγική καντιντίαση (μυκητίαση από το μύκητα candida). Άλλες κοινές εκδηλώσεις AIDS περιλαμβάνουν τις υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του αναπνευστικού.
Το εξάνθημα εμφανίζεται στο 20-50% των περιπτώσεων και κλασσικά είναι κηλιδοβλατιδώδες Μερικοί άνθρωποι αναπτύσσουν επίσης ευκαιριακές λοιμώξεις σε αυτό το στάδιο.
Άλλα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν: ναυτία, εμετό, διάρροια και νευρολογικά προβλήματα όπως περιφερική νευροπάθεια και σύνδρομο Guillain-Barre H διάρκεια των συμπτωμάτων ποικίλλει, αλλά συνήθως είναι 1 με 2 εβδομάδες.
Θεραπεία
Μέχρι σήμερα δεν έχει δοθεί στην κυκλοφορία επίσημα εμβόλιο κυρίως επειδή ο ιός παρουσιάζει μεγάλη ικανότητα να μεταλλάσσεται ραγδαία και συνεπώς μεγάλη ικανότητα αποφυγής του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι έρευνες δημιουργίας ενός τέτοιου εμβολίου συνεχίζονται από πλήθος επιστημονικών εργαστηρίων.
Μέχρι τελευταία έχει χρησιμοποιηθεί η αζινοθυμιδίνη (ΑΖΤ) που ως αντιρετροϊκό φάρμακο εμποδίζει την αντιγραφή του ιού και επομένως τον πολλαπλασιαμσό του, πλην όμως παρουσιάζει πολλές παρενέργειες. Παράλληλα έχει χρησιμοποιηθεί και η ακτινοθεραπεία που επίσης δημιουργεί πολλές παρενέργειες.
Βιβλιογραφία
– wikipedia.org
Άρθρο του Γεωργίου-Ζαχαρία Ζαντόπουλου
Παιδίατρος-Διδάκτωρ Παν.Αθηνών